Όταν μαθαίνουμε να αγαπάμε τον εαυτό μας και να τον φροντίζουμε, γιατί η αυτοσυμπόνια είναι μία πράξη αυτοφροντίδας, βλέπουμε πιο καθαρά και τις συνθήκες στις οποίες δεν αγαπηθήκαμε εξ’αρχής κι άρχισε να φωλιάζει μέσα μας ο πόνος.
Πρόκειται για μία στάση ζεστασιάς και αποδοχής απέναντι στον εαυτό μας, σε στιγμές όπου νιώθουμε πόνο ή αποτυχία. Είναι κατά κάποιον τρόπο σαν να αγκαλιάζουμε τα κομμάτια του εαυτού μας που νιώθουμε σπασμένα. Το να αγκαλιάσουμε τον εαυτό μας σε τέτοιες στιγμές, είναι μία κίνηση που μαρτυρά αποδοχή και αυτο-ίαση.
Δεχόμαστε τα σπασίματά μας, τις ρωγμές μας, τις πιο σκοτεινές αποχρώσεις της ζωής μας κι εστιάζουμε στο να βρούμε τον τρόπο που θα μας βοηθήσει να ενώσουμε όλα τα μικρά κομμάτια του εαυτού μας και να νιώσουμε ολόκληροι ξανά.
Η αυτοσυμπόνια, όπως και η συμπόνια απέναντι σε άλλους ανθρώπους, είναι δώρο. Είναι ένδειξη δύναμης, φροντίδας και νοιαξίματος, τόσο για τους άλλους όσο και για μας. Πρόκειται για μια μορφή ενσυναίσθησης και ουσιαστικής σύνδεσης. Απελευθερώνει το μυαλό μας από τις συνέπειες των αρνητικών συναισθημάτων, μας αποφορτίζει από τις δύσκολες καταστάσεις κι ενισχύει τη σύναψη θετικών σχέσεων.
Για να βιώσουμε αυτοσυμπόνια, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη τριών συνθηκών: η σύνδεσή μας με τον πόνο, η επίγνωση του πόνου χωρίς την επιθυμία να αποφύγουμε να αισθανθούμε τον πόνο και τρίτον, η επιθυμία να μετριάσουμε και να ανακουφίσουμε τη δυσφορία που μας προκαλεί αυτός ο πόνος.
Ουσιαστικά, δηλαδή, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι πονάμε, να βιώσουμε τον πόνο χωρίς να προσπαθήσουμε να τον αποφύγουμε, να τον αγνοήσουμε ή να τον μπλοκάρουμε, αλλά να κινητοποιηθούμε στο να δράσουμε με κάποιον τρόπο, ώστε να τον ανακουφίσουμε και να τον καταπραϋνουμε. Αν προσπαθήσουμε να αποφύγουμε τον πόνο, αν τον αρνηθούμε και δεν τον αποδεχτούμε, θα είναι σαν να μην δείχνουμε σεβασμό σε εκείνη την πλευρά του εαυτού μας, η οποία αυτή τη στιγμή πονάει κι αιμορραγεί.
Αν κόψω το χέρι μου κι αρχίσει να ματώνει, θα αναγνωρίσω το τραύμα και τον πόνο που μου προκαλεί. Θα ήταν ανώφελο, άλλωστε, να προσπαθήσω να αποφύγω κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, θα προσπαθήσω να φροντίσω την πληγή μου και να ανακουφίσω τον πόνο της. Με ανάλογο τρόπο οφείλω να πράξω και για τις πληγές στην ψυχή και την καρδιά μου. Κι ας μην είναι ορατές, όπως οι πληγές του σώματος. Έχω υποχρέωση απέναντι στον εαυτό μου να τις ακούσω και να τις σεβαστώ. Να τις χαϊδέψω και να τις επουλώσω.
Η αυτοσυμπόνια χαρακτηρίζεται από τρία στοιχεία: την καλοσύνη προς τον εαυτό μου, την ανθρωπιά και την ενσυνειδητότητα. Η καλοσύνη αναφέρεται στην ικανότητά μου να μπορώ να αντιλαμβάνομαι τις ατέλειες μου, τις αποτυχίες μου και τις δυσκολίες της ζωής μου, σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ύπαρξής μου και της ανθρώπινης ζωής γενικότερα.
Οι αδυναμίες μας και οι δυσάρεστες εμπειρίες είναι σύμφυτες με την ανθρώπινη υπόσταση. Επομένως, εάν θέλω να με βοηθήσω και να με στηρίξω, όταν καλούμαι να διαχειριστώ δύσκολες καταστάσεις, είναι προτιμότερο να διατηρήσω μια στάση ευγένειας και σεβασμού στις πιο αδύναμες κι ευάλωτες πλευρές μου.
Το στοιχείο της ανθρωπιάς αφορά τη σύνδεσή μου με τους ανθρώπους γύρω μου. Σαν άνθρωποι, έχουμε την τάση όταν βιώνουμε δύσκολες στιγμές, να αποτραβιόμαστε από τους υπόλοιπους γύρω μας, μέχρι να αντιμετωπίσουμε τη δυσκολία μας. Απομονωνόμαστε.
Η ανθρωπιά λοιπόν, έρχεται να μας υπενθυμίσει πως ό, τι κι αν περνάμε, όσο κι αν πονάμε, αυτό που βιώνουμε, είναι μέρος της ανθρώπινης υπόστασης. Συμβαίνει σε όλους μας. Και ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, η δυσκολία δεν πρέπει να μας κρατάει σε απόσταση από τους άλλους ανθρώπους, αλλά να μας φέρνει πιο κοντά και να μας ενώνει.
Η ενσυνειδητότητα είναι το στοιχείο που μου υπαγορεύει να μπορώ να στέκομαι απέναντι στη δυσάρεστη κατάσταση που βιώνω, να παρατηρώ τις αρνητικές σκέψεις που κάνω και να νιώθω τα δυσφορικά συναισθήματα που προκαλούνται, έτσι όπως ακριβώς είναι εκείνη τη στιγμή. Να έχω πλήρη επίγνωση και συνειδητοποίηση της κατάστασης και της θέσης μου μέσα σε αυτήν την κατάσταση, χωρίς, όμως, να δείχνω επικριτικότητα ή αυστηρότητα απέναντι στον εαυτό μου γι’αυτά που σκέφτομαι και που αισθάνομαι.
Αυτό δεν σημαίνει ότι όλα όσα σκέφτομαι και νιώθω μου αρέσουν και τα δικαιολογώ. Όμως, τα ακούω. Δεν τα αρνούμαι. Ούτε τα καταπιέζω. Όπως ακριβώς θα κάτω δίπλα σε έναν άνθρωπο που αγαπώ και θα του δώσω το χώρο να μοιραστεί μαζί μου όσα επιθυμεί, χωρίς να κρίνω, να κατακρίνω ή να καταδικάσω, έτσι οφείλω να κάνω και στον εαυτό μου. Πόσο, άραγε, θα άλλαζαν τα πράγματα, αν μιλούσες στον εαυτό σου, στις δύσκολες στιγμές του, όπως θα απευθυνόσουν και σε έναν άνθρωπο που αγαπάς;
Η αυτοσυμπόνια θα λέγαμε πως είναι μία ένδειξη καλής θέλησης απέναντι στον εαυτό μας. Ερχόμαστε σε επαφή με το μέσα μας, μας υποστηρίζουμε, μας φροντίζουμε, μας προσφέρουμε την αγάπη που χρειαζόμαστε για να διαχειριστούμε τον πόνο και να μπορέσουμε να βγούμε διαφορετικοί μέσα από αυτόν, καλύτεροι.
Να μάθουμε, να αναπτυχθούμε. Ίσως και να χρησιμοποιήσουμε το δικό μας πόνο, τη δικιά μας εμπειρία, για να μπορέσουμε αύριο να δείξουμε συμπόνια, κατανόηση, αποδοχή, σεβασμό κι ενσυναίσθηση στον πόνο κάποιου άλλου.
Η αυτοσυμπόνια δεν είναι συνώνυμο της αυτολύπησης. Η αυτολύπηση κρύβει ένα σκεπτικό ότι «κανείς δεν σκέφτεται, δεν νοιάζεται για εμένα, είμαι μόνος μου μέσα στις δυσκολίες, τις αναποδιές, τα προβλήματα». Σκέφτομαι αρνητικά για εμένα, χάνω τη σύνδεσή μου με τους άλλους, αυτοπεριθωριοποιούμαι και μεγαλοποιώ τα αρνητικά συναισθήματα και τις αρνητικές γνωσίες για τον εαυτό μου και την αξία μου.
Η αυτοσυμπόνια δεν είναι ούτε μια μορφή επιείκειας για εμένα. Δεν επινοώ δικαιολογίες για τυχόν λάθη στη συμπεριφορά και τα λόγια μου ούτε και μου χαϊδεύω τα αυτιά. Αντιθέτως, αναγνωρίζω τα λάθη και τις αδυναμίες μου. Τα παραδέχομαι και αναλαμβάνω την ευθύνη τους. Όμως δεν με μαστιγώνω για αυτά. Δεν με στήνω στον τοίχο και δεν με πυροβολώ.
Η αυτοσυμπόνια δεν έχει να κάνει ούτε και με την αυτοεκτίμηση. Η αυτοεκτίμηση σχετίζεται με το κατά πόσο πιστεύω ότι τις αρετές που διαθέτω σαν άνθρωπος μπορώ να τις χρησιμοποιήσω αποτελεσματικά, ώστε να καταφέρω να αξιοποιήσω τις δυνατότητες που έχω. Η αυτοεκτίμηση μπορεί να οριστεί και ως η αξία που αντιλαμβάνομαι πως έχω ως άνθρωπος, η οποία δεν εξαρτάται από τις δυνατότητες που αντικειμενικά διαθέτω, αλλά από το κατά πόσο αξιοποιώ και εξασκώ πρακτικά αυτές τις δυνατότητες.
Όταν αρχίσουμε να εξασκούμαστε στην αυτοσυμπόνια, αρχικά, μπορεί να νιώσουμε ότι ο πόνος που αισθανόμαστε μεγαλώνει. Είναι κάτι το οποίο ορίζουμε ως backdraft phenomenon. Για να γίνει λίγο πιο κατανοητός ο όρος, θα παραθέσω μια μεταφορά. Ας φανταστύμε ένα καιόμενο σπίτι. Εάν σε ένα σπίτι το οποίο φλέγεται ανοίξουμε την πόρτα, το οξυγόνο θα μπει μέσα και η φωτιά που τρέφεται με το οξυγόνο, θα κάνει τις φλόγες να βγουν προς τα έξω.
Κάτι αντίστοιχο θα συμβεί και αν σκεφτούμε πως ανοίγουμε την πόρτα της καρδιάς μας, για να βγάλουμε τον πόνο που νιώθουμε να μας καίει. Η αγάπη της αυτοσυμπόνιας θα μπει μέσα κι ο πόνος μας, θα ελευθερωθεί και θα αρχίσει να βγαίνει προς τα έξω. Μπορεί να νιώσουμε τις φλόγες να φουντώνουν στην αρχή. Όμως, τελικά ο πόνος θα εξασθενήσει. Και με τον καιρό θα σβήσει.
Όταν μαθαίνουμε να αγαπάμε τον εαυτό μας και να τον φροντίζουμε, γιατί η αυτοσυμπόνια είναι μία πράξη αυτοφροντίδας, βλέπουμε πιο καθαρά και τις συνθήκες στις οποίες δεν αγαπηθήκαμε εξ’αρχής κι άρχισε να φωλιάζει μέσα μας ο πόνος. Κι όσο η καρδιά μας μαθαίνει να «ανοίγει», μας επιτρέπει να μπούμε, να συνομιλήσουμε με τον παλιό πονεμένο μας εαυτό, να αγγίξουμε τις αμυχές του, να γεμίσουμε τα κενά του παρελθόντος και να θεραπευτούμε.