Ένας άνθρωπος είναι κάτι περισσότερο από το σύνολο των πράξεών του. Είναι ένα συνονθύλευμα από όσα έχει κληρονομήσει από το DNA του, από τους ανθρώπους που έχει συναναστραφεί, όσα έχει βιώσει, όσα σκέφτεται, όσα νιώθει, όσα έχει ονειρευτεί, όσα έχει στερηθεί και όσα έχει κατακτήσει.
Δεν είμαστε μόνο ένα πράγμα. Δεν έχουμε μόνο μια πλευρά. Και κανένας δεν είναι «απόλυτα καλός» ή «απόλυτα κακός». Οι εμπειρίες, οι άνθρωποι γύρω μας, μας πλάθουν, μας διαμορφώνουν, μας επηρεάζουν. Ο πόνος που νιώθουμε στην πορεία της ζωής μας, μας αλλάζει.
Συχνά έχουμε την τάση να πληγώνουμε άλλους ανθρώπους όταν πονάμε κι εμείς οι ίδιοι είτε ηθελημένα είτε όχι. “Misery loves company”. Άλλες φορές ο πόνος μας σκληραίνει. Δεν αφήνουμε τίποτα και κανέναν να μας αγγίξει. Κρυβόμαστε πίσω από την «πανοπλία» που φοράμε για να προστατευτούμε, να αποφύγουμε να πληγωθούμε ξανά, να μη δείξουμε «αδυναμία». Να μην δείξουμε ουσιαστικά πως είμαστε άνθρωποι. Τρωτοί. Συναισθηματικοί. Ευάλωτοι.
Πρέπει πάντα να έχουμε τον έλεγχο. Αν δεν τον έχουμε, οι άλλοι θα μας στοχοποιήσουν, θα μας πονέσουν, θα μας χειριστούν, θα μας εκμεταλλευτούν. Θα μας χρησιμοποιήσουν και θα μας χειραγωγήσουν για ίδιον όφελος. Και πώς αποκρινόμαστε πολλές φορές σ’ αυτούς τους φόβους μας;
Αλλάζουμε ρόλους. Από το φόβο να γίνουμε ξανά το θύμα κάποιου, γινόμαστε θύτες. Για να μην έρθεις κοντά μου και με πληγώσεις θα χτίσω τείχη γύρω μου κι αν προσπαθήσεις να τα προσπελάσεις, θα σε πληγώσω εγώ πρώτος. Αμύνομαι, ενάντια σε ερεθίσματα που ερμηνεύω ως απειλητικά για μένα, επιτιθέμενος.
Και ίσως σου επιτεθώ με μεγαλύτερη ένταση απ’ όση χρειάζομαι απλώς για να αμυνθώ. Για να μη δείξω τη θλίψη μου, τον πόνο μου, θα σου δείξω τα νύχια μου. Θυμός κι όχι θλίψη. Ο θυμός είναι ταυτισμένος στον κοινό νου με μια έννοια δυναμισμού, ενώ η θλίψη με αδυναμία.
Για να μη δείξω το φόβο μου, θα σε κάνω να φοβάσαι. Να με φοβάσαι. Για να μη γίνω ο στόχος, η εύκολη λεία, το «θύμα», θα γίνω εγώ ο επικίνδυνος, αυτός που θα σε τρομάξει και θα σε απειλήσει. Για να μην καταλάβεις ότι όλη η συμπεριφορά μου είναι μια βιτρίνα, μια μάσκα που χρησιμοποιώ για να πείσω ακόμα και τον ίδιο μου τον εαυτό πως δεν φοβάμαι. Γιατί δεν αντέχω να σκέφτομαι ότι είμαι ευάλωτος και κάποιος μπορεί να με βλάψει, με όποιον τρόπο. «Υποδύομαι» έναν «ρόλο» που πλασάρω προς τα έξω.
Όμως ξεχνώ πως υποδυόμενος αυτόν τον ρόλο κατ’ επανάληψη, συνειδητά ή όχι, υιοθετώ κάποια χαρακτηριστικά του ρόλου μου. Γίνομαι αυτός. Ο επικίνδυνος, ο «θύτης». Οι γραμμές είναι λεπτές. Και συνήθως η πρώτη φορά ακολουθείται κι από μια δεύτερη και μια τρίτη, ιδίως αν υπάρχει αποτέλεσμα. Αν «λειτουργεί» στο να πετύχω αυτό που θέλω.
Σπανίως θα περιοριστούμε σε μία μόνο φορά. Άπαξ και γίνει η αρχή σε κάποια μοτίβα συμπεριφοράς, δύσκολα μπαίνει το φρένο. Κι αν υπάρχει και κάποιο «δευτερογενές όφελος», κάποιο κέρδος για εμάς, ίσως δυσκολευτούμε να βρούμε και το κίνητρο για να αλλάξουμε. Πρέπει το κόστος της συμπεριφοράς μας να είναι μεγαλύτερο από το κέρδος που αποκομίζουμε από αυτήν, και συνάμα να είμαστε σε θέση να το αντιληφθούμε όλο αυτό, για να μπορέσουμε να κινητοποιηθούμε προς μια κατεύθυνση αλλαγής.
Στερήθηκα πράγματα, υλικά αγαθά, ανθρώπους, συναισθήματα και κάπου μέσα μου είπα φτάνει. Θα πάρω όσα στερήθηκα ή μου στέρησαν, με όποιον τρόπο. Φτάνει να μην ξαναβρεθώ ποτέ στην θέση που ήμουν. Θα πάρω όσα θεωρώ πως μου ανήκουν, απλώς και μόνο επειδή πιστεύω πως έχω το δικαίωμα να το κάνω. Κι ας πάρει κάποιος άλλος στη θέση μου. Ας στερηθεί, ας αδικηθεί, ας πληγωθεί. Ας υποφέρει κάποιος άλλος. Αρκεί να μην υποφέρω εγώ.
Συχνά ευχόμαστε να υπήρχε ένα μαγικό κουμπί, να το πατάγαμε κι όλα να σταματούσαν. Να πάγωναν. Να μην πονούσαμε πια. Να μην νιώθαμε. Να μην ξέραμε τι πάει να πει θλίψη και πόνος. Να μην ταραζόμασταν από θυμό κι οργή, να μην βυθιζόμασταν στη μοναξιά και την απόγνωση…Να αδειάζαμε μέσα μας. Κενό. Το τίποτα.
Πολλές φορές ίσως και να έχουμε φτάσει σε αυτό το «τίποτα», στο συναισθηματικό μούδιασμα. Κι άλλες να έχουμε σκεφτεί για κάποιον άλλο πως «δεν νιώθει», δεν αισθάνεται. Δεν τον αγγίζει τίποτα. Είναι ψυχρός. Είναι αδιάφορος. Είναι «αναίσθητος». Ενδεχομένως να αληθεύει αυτό. Ενίοτε. Όχι πάντα.
Αυτό το συναισθηματικό μούδιασμα, το κενό, είναι ένας τρόπος που χρησιμοποιούμε για να κρύψουμε/καλύψουμε τα συναισθήματά μας. Συναισθήματα που δεν είμαστε έτοιμοι να αναγνωρίσουμε, που δεν ξέρουμε πώς να διαχειριστούμε, που μετουσιώνονται σε κάτι άλλο. Τα συναισθήματα δεν καταστρέφονται. Είναι ενέργεια. Αλλάζουν μορφή, ένταση, «κατεύθυνση»…
Συχνά είναι η άρνησή μας απέναντι στην πραγματικότητα που βιώνουμε. Κι αυτή άρνηση μπορεί να καμουφλαριστεί με θυμό και μίσος και να καλλωπιστεί με ένταση κι επιθετικότητα.
Όλοι μας γεννιόμαστε με τις ίδιες προδιαγραφές, με τα ίδια συναισθήματα. Οι εμπειρίες που αποκομίζουμε και κυρίως ο τρόπος που αποκρινόμαστε στα ερεθίσματα που προσλαμβάνουμε διαρκώς από το περιβάλλον μας, ο οποίος είναι προϊόν μάθησης και μιμητικής συμπεριφοράς, μας καθορίζουν.