Δεν μπορούμε να ελέγξουμε τα πάντα στη ζωή μας, αλλά διαλέγουμε πώς θα παίξουμε το παιχνίδι. Σε κάποιους γύρους, μπορεί να χάσουμε. Όσο το παιχνίδι «τρέχει», μπορούμε να συνεχίσουμε να παίζουμε μέχρι να κερδίσουμε.
Πηγή έμπνευσης για αυτό το άρθρο μου, στάθηκαν οι συνεδρίες που είχα πρόσφατα με κάποιους θεραπευόμενους σχετικά με την επικαιρότητα και τον πόλεμο.
Είναι λογικό, πως οι άνθρωποι που έχουν κάνει το γενναίο βήμα να δουλέψουν ψυχοθεραπευτικά με τον εαυτό τους, δεν έρχονται για να μιλήσουν για το πόσο ωραία είναι η ζωή τους και τί καλά που τα έχουν καταφέρει όλα. Επί το πλείστον, έρχονται επειδή έχουν εντοπίσει κάποιες δυσκολίες. Έχουν αναγνωρίσει αναποτελεσματικούς τρόπους σκέψης και διαχείρισης των συναισθημάτων τους, των καταστάσεων που καλούνται να αντιμετωπίσουν, των σχέσεών τους με τους άλλους και των αντιδράσεών τους σε αυτά.
Δεν έχει νόημα να συγκρίνουμε τα προβλήματα των ανθρώπων, γιατί για τον καθένα, τα προβλήματά του είναι αυτά που έχει να αντιμετωπίσει και δυσκολεύουν την καθημερινότητά του ή φθείρουν την ποιότητα της ζωής του και την υγεία του. Όταν όμως κάποιος φέρνει σαν θέμα προς συζήτηση τον πόλεμο, τα υπόλοιπα, έστω και προσωρινά, φαίνεται να επισκιάζονται.
Είναι κοντά μας δύο πόλεμοι για την ακρίβεια. Έμμεσα, άμεσα μάς επηρεάζουν. Και σίγουρα, πέρα από τα κοινωνικοπολιτικά ή οικονομικά συμφέροντα, ο πόλεμος μάς επηρεάζει ψυχικά, συναισθηματικά, ηθικά. Ζωές που χάνονται άδικα καθημερινά, άνθρωποι που ζούνε μέσα στην αγωνία και τον φόβο, την απώλεια, τον πόνο, την πείνα, τις κακουχίες, την εξαθλίωση της ανθρώπινης ζωής, από κάθε πλευρά…Με πολλά ερωτηματικά και αβεβαιότητα.
Και κυρίως, ένα πελώριο «Γιατί;» να κυριαρχεί. Σε όλους μας. Δεν θα γράψω για τα πολιτικά παιχνίδια. Αυτά αφορούν τους ηγέτες της κάθε χώρας και το τί θέλουν να κερδίσουν, συνήθως αδιαφορώντας για τις συνέπειες των πράξεών τους. Αυτές φαίνεται ότι αγγίζουν εμάς, τους υπόλοιπους.
Γιατί το συναίσθημα είναι πανανθρώπινο. Και όλοι μας, ανεξαρτήτως των μεγάλων ή μικρών διαφορών μας, έχουμε μερίδιο στον πόνο, τον φόβο, το θάνατο και την απώλεια, την ασθένεια, την αγωνία, την ανησυχία, τη μοναξιά, την απελπισία, την απογοήτευση, τη θλίψη… Για διαφορετικούς, ίσως, λόγους και με διαφορετικούς τρόπους, οι άνθρωποι γνωρίζουμε στην πλειοψηφία μας πώς είναι να βιώνεις αυτά τα συναισθήματα.
Αδιαμφισβήτητα υπάρχουν άνθρωποι που έχουν βιώσει αυτά τα συναισθήματα μέσα σε αντικειμενικά πολύ πιο σκληρές συνθήκες στη ζωή τους. Οι καταστάσεις δεν είναι συγκρίσιμες. Με το συναίσθημα μπορούμε να συνδεθούμε οι άνθρωποι ή/και να ταυτιστούμε. Όταν έχεις νιώσει το ίδιο συναίσθημα κι εσύ κάποια στιγμή στη ζωή σου, γίνεται πιο εύκολο να προσπαθήσεις να μπεις στη θέση του άλλου και να τον νιώσεις, να τον καταλάβεις. Αλλιώς κανείς δεν θα καταλάβαινε κανέναν. Θα έπρεπε να ζήσουμε ακριβώς την ίδια ζωή με τους άλλους ανθρώπους, τις ίδιες συνθήκες, εύκολες και δύσκολες για να μπορέσει να υπάρχει κατανόηση, ενσυναίσθηση και συμπόνια.
Η ανθρωπιά μας, η συμπόνια που δείχνουμε στους γύρω μας, η ενσυναίσθησή μας, ενισχύονται, καλλιεργούνται κι εκδηλώνονται πολύ περισσότερο μέσα από τέτοιες στιγμές. Σε αυτές τις στιγμές έχει νόημα η συμπόνια. Πονάω μαζί με τον άλλο. Πάσχω μαζί του. Μπαίνω στη θέση του, γίνομαι για λίγο εκείνος για να δω την κατάσταση μέσα από τα μάτια του, πώς τη βιώνει και πώς θα μπορούσα να εκδηλώσω το νοιάξιμό μου, την ευαισθητοποίησή μου και την ανθρωπιά μου, για να βοηθήσω έναν άνθρωπο.
Είναι τρομερό πόσο σκληροί και απάνθρωποι μπορούμε να γίνουμε μεταξύ μας. Πόσο μάς τυφλώνει η έπαρση, ο φθόνος, το μίσος, η οργή που νιώθουμε…Πόσο παρορμητικά αντιδρούμε στα συναισθήματά μας και σε αυτά που συμβαίνουν. Άλλο δράση, άλλο αντίδραση. Η αντίδραση συχνά έρχεται με έναν τρόπο αυτοματοποιημένο, ακαριαίο και παρορμητικό, ανάλογα με τη φύση του συναισθήματος που βιώνουμε.
Ο θυμός, η οργή, ο φθόνος, ο ενθουσιασμός, ο έρωτας (…) είναι συναισθήματα παρορμητικά. Γενικά τα συναισθήματα μάς προδιαθέτουν για δράση. Ο θυμός μπορεί να έρχεται με την παρόρμηση να αρχίσω να φωνάζω και να ξεσπάω σε ό, τι ή όποιον βρω μπροστά μου. Η στενοχώρια μπορεί να έρχεται με την τάση να θέλω να απομονώνομαι, να κλείνομαι στον εαυτό μου και να απομακρύνομαι από τους άλλους. Δεν σημαίνει ότι θα λειτουργήσουμε με αυτούς τους τρόπους στην πράξη. Άλλο το συναίσθημα, άλλο η συμπεριφορά. Η αντίδραση μπορεί να μάς κάνει να λειτουργήσουμε παρορμητικά, να ξεσπάσουμε. Χωρίς νόημα στο τέλος.
Η δράση, η συνειδητά επιλεγμένη συμπεριφορά μου, θα με βοηθήσει να δω τί εναλλακτικές επιλογές έχω για να διαχειριστώ αυτό που μου συμβαίνει. Για παράδειγμα, μπορώ να επικοινωνήσω τον θυμό μου χωρίς να ωρύομαι ή να ξεσπώ με άλλους βίαιους τρόπους. Τί είναι αυτό που με ενόχλησε, στενοχώρησε, εκνεύρισε (…) και τί θα ήθελα να αλλάξει με αφορμή με αυτό, για να θέσω κάποια όρια, πάντα με σεβασμό και στα όρια του άλλου.
Είμαστε τρωτοί, θνητοί. Δεν είμαστε το πιο δυνατό ζώο στον πλανήτη. Είμαστε όμως το κυρίαρχο. Όχι χάρη στη σωματική μας δύναμη και διάπλαση, αλλά χάρη στη δύναμη του μυαλού μας. Μπορούμε να κάνουμε το μεγαλύτερο καλό αλλά και το μεγαλύτερο κακό. Δεν μπορούμε όμως να βλάψουμε τους άλλους χωρίς να βλάψουμε και τον εαυτό μας. Για να φτάσουμε στο σημείο να βλάπτουμε άλλους, ήδη έχει συμβεί/συμβαίνει κάτι αρνητικό μέσα μας και αυτό βγαίνει και προς τα έξω. Ένας άνθρωπος που αβίαστα σκορπίζει πανικό και προβαίνει σε εγκλήματα παντός φύσεως, κατά της ανθρώπινης ζωής, της φύσης, των ζώων, χωρίς έλεος, χωρίς συνείδηση ή μεταμέλεια, είναι ένας βαθιά πληγωμένος και διαταραγμένος άνθρωπος. Είναι μια πονεμένη ψυχή που αιμορραγεί και μαζί της αιμορραγούν και πολλές άλλες.
Όταν συμβαίνουν αυτά στον πλανήτη, τί νόημα έχει να διαβάσω; Αύριο ο πόλεμος μπορεί να έρθει και σ’ εμάς. Τί νόημα έχει το άγχος για τις εξετάσεις μου; Πόσο «χαζό» μού φαίνεται να φοβάμαι να μιλήσω σε αυτόν που μου αρέσει, μπροστά στον φόβο του πολέμου!…
Ακούγονται και γράφονται πολλά, που αναπαράγονται σε όλες τις πλατφόρμες ενημέρωσης σχετικά με τον πόλεμο, με προφητείες και προβλέψεις για έναν επικείμενο Ελληνοτουρκικό πόλεμο, για έναν Γ΄ Παγκόσμιο…Φαντάζει δύσκολο να βάλεις φρένο στην ανησυχία και τον φόβο. Στην αβεβαιότητα του αύριο. Στο άγνωστο. Όλα αυτά εγείρουν ανασφάλεια μέσα μας. Από τη φύση μας αναζητάμε τη σιγουριά, την σταθερότητα και την ασφάλεια.
Κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί το μέλλον ή να διασφαλίσει την ειρήνη. Ξεφεύγει από τον έλεγχο ενός μόνο ανθρώπου, ακόμα κι αν μιλάμε για έναν πολιτικό ηγέτη. Πολλές φορές η Ελλάδα ενεπλάκη σε πόλεμο, γιατί άλλοι αποφάσισαν να μάς μπλέξουν κι εμείς αποφασίσαμε να αμυνθούμε. Επιλέξαμε να αντισταθούμε και να αμυνθούμε. Αυτός ήταν ο έλεγχος που είχαμε. Να διαλέξουμε τί είδους τακτική θα ακολουθήσουμε. Σαν κράτος κι ο καθένας ξεχωριστά σαν μονάδα.
Κι αυτός είναι ο έλεγχος που γενικά έχουμε. Δεν διαλέγουμε τη ζαριά. Διαλέγουμε πώς θα παίξουμε το παιχνίδι. Σε κάποιους γύρους, μπορεί να χάσουμε. Όσο το παιχνίδι «τρέχει», μπορούμε να συνεχίσουμε να παίζουμε μέχρι να κερδίσουμε.
Δεν γνωρίζουμε το μέλλον. Κάνουμε υποθέσεις, προβλέψεις. Αλλά δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι κάτι θα συμβεί και αν ναι, πότε θα συμβεί αυτό και με τί συνέπειες. Καταλαβαίνω τον ανθρώπινο φόβο. Το πόσο ανίσχυροι αισθανόμαστε μπροστά σε αυτά που δεν μπορούμε να ελέγξουμε, ιδίως όταν ο έλεγχος «ξεφεύγει» και γίνεται Παγκόσμιο ζήτημα. Ο φόβος γρήγορα μπορεί να μάς παραλύσει και να μας βυθίσει στη ματαιότητα και τον μηδενισμό.
Το μόνο σίγουρο στη ζωή είναι ο θάνατος. Γεννιόμαστε και κάποια στιγμή όλοι θα πεθάνουμε. Και τότε δεν θα έχει καμία σημασία κανένας φόβος μας. Αυτό που θα έχει σημασία είναι το πώς ζήσαμε, ανεξάρτητα από το πόσο πολύς ή λίγος ήταν ο χρόνος που μας δόθηκε. Και το να ζήσουμε δεν σημαίνει να απομονώσουμε το συναίσθημα του φόβου και να προσπαθήσουμε να το βγάλουμε από τη ζωή μας «Θα ζήσω όταν σταματήσω να φοβάμαι». Αυτό δεν γίνεται έτσι κι αλλιώς. Ο φόβος είναι το πρωταρχικό ανθρώπινο συναίσθημα και μας έχει βοηθήσει στο να επιβιώσουμε ως είδος.
Ο φόβος μάς κάνει να επιζητούμε την ασφάλεια και την προστασία μας. Ο φόβος μάς προετοιμάζει για δράση. Όταν εμείς συνειδητά επιλέγουμε τη δράση, με γνώμονα τις αξίες που έχουμε και τους στόχους προς τους οποίους θέλουμε να κινηθούμε, τότε αντιμετωπίζουμε τον φόβο. Τότε έχουμε τον έλεγχο του συναισθήματος και δεν αισθανόμαστε να μάς ελέγχει εκείνο. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι σταματάμε να φοβόμαστε. Αλλά ότι ο φόβος δεν μάς σταματά από τη δράση. Ο άνθρωπος που φοβάται το νερό και το κολύμπι, δεν θα σταματήσει να φοβάται επειδή το αναλύει στο μυαλό του. Θα πρέπει να τεστάρει με πράξεις αν οι σκέψεις του και η διαφορετική ματιά με την οποία ίσως προσεγγίζει την κατάσταση ή τον εαυτό του λειτουργούν. Θα πρέπει να κολυμπήσει.
Μια μέρα θα πεθάνουμε. Όλες τις άλλες πριν από αυτήν, ας ζήσουμε. Το οφείλουμε στον εαυτό μας. Ακριβώς επειδή είμαστε θνητοί και τρωτοί. Ακριβώς επειδή δεν ξέρουμε πόσο χρόνο έχουμε. Η θνητότητα της ύπαρξής μας δίνει και νόημα σε εκείνην. Προσδίδει μια μοναδικότητα στη στιγμή, η οποία δεν μπορεί να επαναληφθεί ούτε να αναδημιουργηθεί.
Το «να ζήσουμε» τη ζωή μας δεν σημαίνει ότι θα ζήσουμε μια ζωή εύκολη, ρόδινη, γεμάτη μόνο καλοπέραση και διασκεδάσεις. Ας μην ξεγελιόμαστε από μη ρεαλιστικές σκέψεις ή μη ρεαλιστικά πρότυπα που προβάλλονται στα socials. Βλέπουμε εικόνες από τη ζωή των άλλων. Εικόνες κατασκευασμένες, «επεξεργασμένες», συχνά αναληθείς ή αληθείς κατά το ήμισυ. Γιατί οι εικόνες που βλέπουμε είναι οι εικόνες που έχουν επιλέξει οι άλλοι να δείξουν.
Ποτέ δεν ξέρουμε όλη την αλήθεια. Αυτός ο άνθρωπος που θεωρούμε ότι τα έχει όλα, ότι «κάνει ζωάρα», δεν ξέρουμε τί περνάει και δεν το λέει. Δεν ξέρουμε πόσο έχει δυσκολευτεί, πόσο έχει πονέσει στη ζωή του, τί τραύματα έχει και πώς τα αντιμετωπίζει ή όχι. Από εκεί ίσως ξεκινάει η ματαίωση. Από υποθέσεις και αυθαίρετα συμπεράσματα που βγάζουμε για τη ζωή των άλλων, λαμβάνοντας υπόψιν μας κάποιες μεταβλητές και όχι τη συνολική εικόνα.
Η ζωή τα έχει όλα. Πόνο, φόβο, άγχος, ανησυχίες, δυσκολίες, απογοητεύσεις, απώλειες, λάθη, αποτυχίες, ασθένειες, στενοχώριες, δάκρυα, συμβιβασμούς, υποχωρήσεις, πιέσεις, υποχρεώσεις, μοναξιά αλλά και ομορφιά, χαρές, γέλια, ξεγνοιασιά, απολαύσεις, ενθουσιασμό, αγάπη, έρωτα, παρέες, συντροφικότητα, φαντασία, δημιουργικότητα, συμπόνια, υποστήριξη, ενθάρρυνση, ελπίδα, πίστη, ταξίδια, επιτυχίες, δύναμη, ευγνωμοσύνη, γαλήνη, όνειρα (…) Αλλά δεν μπορούμε να βιώνουμε μόνιμα κάτι. Υπάρχει ροή, υπάρχει εναλλαγή, διακυμάνσεις, ανάλογα και με αυτά που συμβαίνουν και το πώς μάς επηρεάζουν.
Μπορούμε να κάνουμε τόσα σπουδαία πράγματα οι άνθρωποι. Και η αλήθεια είναι πως στις δύσκολες στιγμές μας τείνουμε να γινόμαστε πιο ευρηματικοί, δυνατοί, δημιουργικοί, ανθεκτικοί και συμπονετικοί. Εστιάζουμε περισσότερο σε αυτά που έχουν νόημα και αξία στη ζωή κι όχι στα μικροπράγματα της καθημερινότητας που αναλωνόμαστε και μεγαλοποιούμε πολύ συχνά.
Ψάχνουμε το αντίδοτο στον πόνο. Την ασφάλεια μέσα στον φόβο. Το φως στο σκοτάδι. Την ελπίδα μέσα στην απόγνωση και την απελπισία, τη συντροφιά μέσα στη μοναξιά. Την αγάπη απέναντι στο μίσος. Την ελευθερία μέσα στην περιορισμό και την αιχμαλωσία. Την δύναμη μέσα στην αδυναμία. Το θάρρος μέσα στον φόβο. Την αντοχή μέσα στον πόνο. Την ευαισθησία και την ανθρωπιά μέσα στη ψυχρότητα και την αδιαφορία.
Οι επιστήμες εξελίσσονται μέσα από τις δυσκολίες και τα αδιέξοδα που βιώνουμε. Και μέσα από τις μελανές σελίδες της ιστορίας. Η ανάγκη να απαντήσουμε στο «δεν ξέρουμε» τί να κάνουμε, πώς να εξηγήσουμε κάτι, πώς να προστατευτούμε, πώς να επιλύσουμε/θεραπεύσουμε/αντιμετωπίσουμε ό, τι είναι, πώς να κάνουμε να πετύχει κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί, είναι το έναυσμα που μας κινητοποιεί για δράση. Άλλες φορές το «δεν ξέρω» μας παραλύει κι αισθανόμαστε αβοήθητοι. Υπάρχει όμως η αξία της φιλοπεριέργειας και της αυτοανάπτυξης μέσα μας. Να μάθουμε. Να αποκτήσουμε τη γνώση, να παράξουμε καινούρια.
Επιπλέον, κάθε μορφή τέχνης αναπτύχθηκε από την φαντασία μας και την ανάγκη μας για δημιουργία. Η δημιουργία έρχεται σαν τρόπος έκφρασης, σαν διέξοδος και τρόπος διαφυγής από την πραγματικότητα που βιώνουμε. Σαν αντίδοτο στην καταστροφή. Είτε πρόκειται για εσωτερική καταστροφή είτε για εξωτερική, συναισθηματική και υλική. Μάς εμπνέουν αυτά που βιώνουμε, όπως και αυτά που δεν βιώνουμε και τα ονειρευόμαστε.
Η τέχνη ενώνει τους ανθρώπους. Εκφράζει μαζικά πολλές ψυχές. Σκέψεις, συναισθήματα, βιώματα, τραύματα…Προσδίδει έναν καθολικό χαρακτήρα σε κάτι που συμβαίνει. «Δεν είσαι μόνος σου σε αυτό.» Η τέχνη προσφέρει καταφύγιο, παρηγοριά, δύναμη, ελπίδα και μια «υπόσχεση» για το αύριο. Ένα κίνητρο να επιβιώσουμε στο σήμερα και να παλέψουμε για ένα διαφορετικό, καλύτερο αύριο. Στα πάντα μπορούμε να βρούμε νόημα. Οι αξίες μας είναι πυξίδα σε αυτό. Στο «Να μπορούμε να ζούμε μια ζωή αξιοβίωτη, παρά τον πόνο», όπως λέμε στην ACT (= Acceptance and Commitment Therapy = Θεραπεία Αποδοχής και Δέσμευσης).
Μπορούμε να κάνουμε λίγο χώρο μέσα μας και για αυτά που δεν μπορούμε να ελέγξουμε/αλλάξουμε; Δηλαδή, είμαστε σε θέση να αντιληφθούμε ότι έτσι κι αλλιώς δεν θα μπορέσουμε ποτέ να εξαλείψουμε τον πόνο, τη δυσκολία, την απώλεια, τη στενοχώρια, τον φόβο (…) και να κρατήσουμε από τη ζωή μόνο όσα μας αρέσουν; Οπότε, αντί να πασχίζουμε για κάτι φύσει ανέφικτο να συμβεί, εξαντλώντας τις δυνάμεις μας, τη διάθεση και την ενέργειά μας, καταδικάζοντας παράλληλα τον εαυτό μας σε μια μόνιμη ματαίωση κι απογοήτευση, μήπως να διοχετεύσουμε την ενέργειά μας σε κάτι που θα πιάσει τόπο;
Δεν είναι εύκολο να ζούμε σύμφωνα με τις αξίες και τα ιδανικά μας. Χρειάζεται να αναλαμβάνουμε την ευθύνη του εαυτού μας και οι πράξεις μας να είναι σύμφωνες με τις αξίες μας. Αν έχω σαν αξία τη δύναμη, θα πρέπει στις δυσκολίες οι πράξεις μου να ταυτίζονται με την αξία μου. Αν έχω επιλέξει την ειλικρίνεια, όταν κάνω κάπου λάθος, θα πρέπει να έχω την παρρησία να το παραδεχτώ. Αν θέλω να έχω ελευθερία, θα πρέπει να εκφράζομαι, με σεβασμό στην ελευθερία των άλλων, να υπερασπίζομαι τον εαυτό μου, να βάζω τα όριά μου.
Κάποιες φορές όχι απλώς δεν είναι εύκολο, αλλά γίνεται πολύ δύσκολο να βρούμε το θάρρος και το κουράγιο να πράξουμε σύμφωνα με τις αξίες μας. Είναι όμως πολύ πιο δύσκολο να ζούμε χωρίς αυτές. Η ζωή χωρίς αξίες δημιουργεί μια αίσθηση κενού. Δεν ξέρουμε πού πάμε, πώς να πάμε και γιατί να πάρουμε αυτήν την κατεύθυνση. Αποπροσανατολιζόμαστε και ενεργούμε χωρίς ουσιαστικό νόημα. Δεν καταλήγουμε πουθενά. Όσο πιο πολύ απομακρύνομαι από τις αξίες μου, τόσο απομακρύνομαι και από την ουσία της ύπαρξής μου, τον πυρήνα μου. Άρα, χάνω τον εαυτό μου.
Και τότε χάνεται κάθε νόημα. Να κοιτάμε στον καθρέφτη και να βλέπουμε έναν άνθρωπο που μας μοιάζει, εμφανισιακά τουλάχιστον, αλλά δεν αναγνωρίζουμε ποιος είναι. Ούτε και γιατί υπάρχει. Για ποιο λόγο ζει, τί κάνει αυτός ο άνθρωπος; Πού είναι η ψυχή του; Πού είναι η ενέργειά του; Ποιος είναι ο σκοπός του;
Δεν ξέρουμε τί θα συμβεί στη ζωή μας και πότε. Πόσο μεγάλη και ριζική μπορεί να είναι αυτή η αλλαγή και η επιρροή της πάνω μας. Μέχρι όμως να ξέρουμε, να έχουμε κάτι χειροπιαστό να επεξεργαστούμε και όχι εικασίες και υποθέσεις του μυαλού, τί άλλο να κάνουμε πέρα από το να συνεχίσουμε να ζούμε; Όχι γιατί δεν μας αγγίζουν όσα συμβαίνουν γύρω μας και είμαστε αδιάφοροι. Αλλά γιατί μας δόθηκε άλλη μια μέρα ζωής. Και μέσα σε αυτήν τη μέρα υπάρχουν επιλογές και ευκαιρίες.
Είτε αντιδρούμε παθητικά στα πράγματα, με άρνηση, παραίτηση ή αποφυγή είτε λειτουργούμε πιο δυναμικά, με στοχευμένες ενέργειες, όλα είναι θέμα επιλογής. Οι αποφάσεις που παίρνουμε όμως, μάς φέρνουν πιο κοντά στον στόχο μας ή μάς απομακρύνουν από αυτόν; Με το να παραιτηθούμε από την καθημερινότητά μας και να σταματήσουμε να εργαζόμαστε ή να διαβάζουμε, θα σταματήσει ο πόλεμος; Αν σταματήσουμε να τρεφόμαστε και να κοιμόμαστε, γιατί κάποιοι πεινάνε και δεν έχουν πού να κοιμηθούνε, λύνουμε το πρόβλημά τους; Αν αφήσουμε στην άκρη τη ζωή μας, πώς συμβάλλουμε στο να γίνει καλύτερη η ζωή κάποιου άλλου;
Δυσκολίες, πόνος, φόβος και δυστυχία πάντα υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν, ως αναπόσπαστο μέρος της ανθρώπινης ζωής. Επομένως, πάντα θα υπάρχουν (ή θα βρίσκουμε) πολλούς λόγους (ενίοτε και δικαιολογίες) για να μην κάνουμε κάτι. Να παραιτηθούμε από τη ζωή. Το στοίχημα είναι να κερδίσουμε τη ζωή όχι τον θάνατο. Να βρούμε έναν λόγο να συνεχίζουμε όταν έχουμε χίλιους για να τα παρατήσουμε.